Τις έντονες αντιδράσεις μελών των πρώτων Ελληνικών πληρωμάτων F-4E “Phantom II” έχει προκαλέσει άρθρο του κ. Ευάνθη Χατζηβασιλείου-καθηγητή στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών με τίτλο “Ο Αττίλας ΙΙ και η στάση της Ελλάδας”, την 8/3/2020 στην εφημερίδα “Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”.
Στο άρθρο του, ο καθηγητής καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα παραληφθέντα τον Απρίλιο του ’74 υπερσύγχρονα αεροσκάφη F-4E “Phantom II”, “… δεν είχαν μεγαλύτερη ακτίνα δράσης σε σύγκριση με τα παλαιότερα αεροσκάφη. Δεν μπορούσαν να εκτελέσουν επιχειρήσεις αεροπορικής υποστήριξης στην Κύπρο … και … το ελληνικό αεροπλάνο που θα φαινόταν στον κυπριακό ουρανό εκείνες τις ημέρες, θα έφευγε κατόπιν για τη Συρία για να παραδοθεί εκεί, και δεν θα επέστρεφε για να μετρήσει στον συσχετισμό δυνάμεων Ελλάδας-Τουρκίας”.
Μετά την απάντηση στους ισχυρισμούς του αρθρογράφου, που έδωσε ο Πτέραρχος (Ι)ε.α. Γεώργιος Σκαρλάτος, τη σκυτάλη πήρε ο Πτέραρχος (Ι)ε.α. Παναγιώτης Μπαλές–Αρχηγός της μιας εκ των δύο τετράδων των εν λόγω αεροσκαφών που μεταστάθμευσαν στην Α/Β Ηρακλείου τον Ιούλιο του ’74 και άμεσα εμπλεκόμενος στον επιχειρησιακό σχεδιασμό της αποστολής, με την κατωτέρω επιστολή του προς τον Διευθυντή της εφημερίδας:
“Κύριε Διευθυντά,“
Ο ισχυρισμός του Καθηγητού Ιστορίας στο ΕΚΠΑ κ. Ευάνθη Χατζηβασιλείου, ότι δήθεν υπήρχε “αδυναμία δράσεως των ελληνικών α/φών ΡΗΑΝΤΟΜ, στην διάρκεια της εισβολής………” (σσ: ουδέν βεβαίως ανακριβέστερον αυτού), που διετύπωσε σε άρθρο του, το οποίο δημοσιεύθηκε κάτω από εντυπωσιακή φωτογραφία ΡΗΑΝΤΟΜ σε πτήση – προφανώς για την διέγερση της συνειρμικής μνήμης των Ελλήνων πολιτών – στην έγκριτη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 8ης Μαρτίου 2020, έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων, αν όχι και την οργή τους, των οκτώ (8) τουλάχιστον πληρωμάτων ΡΗΑΝΤΟΜ – δηλ. δέκα έξι (16) ευυπόληπτων σήμερον πολιτών, και πλήθους άλλων, πρώην πιλότων και τεχνικών της Μοίρας ΡΗΑΝΤΟΜ. Είναι δε τα ίδια αυτά οκτώ πληρώματα, που η τότε Ηγεσία της ΠΑ (ήτοι Αρχηγός ΓΕΑ ο Πτέραρχος Αλέξανδρος Παπανικολάου και Αρχηγός ΑΤΑ ο Πτέραρχος Περικλής Οικονόμου), είχε αναθέσει, στις 22 Ιουλίου 1974, στην Φάση δηλ. του Αττίλα Ι, την ΑΠΟΣΤΟΛΗ εξουδετέρωσης των εχθρικών δυνάμεων του προγεφυρώματος, δηλ. ανάθεση πολεμικής επιχείρησης κατά του Αττίλα Ι.
Προς τούτο, δύο (2) 4άδες α/φών Βομβαρδιστικών ΡΗΑΝΤΟΜ μεταστάθμευσαν στην Κρήτη, προετοιμάστηκαν τάχιστα, με τα κατάλληλα για την επιχείρηση ειδικά Όπλα ROCKEYE και με τους χειριστές εντός των α/φών ανέμεναν, εις μάτην, την εντολή απογειώσεως από την Ηγεσία της ΠΑ, η οποία όμως ουδέποτε τους δόθηκε. Αποτέλεσμα τούτου, η προσβολή του προγεφυρώματος δεν εκτελέσθηκε, την δε απόλυτη ευθύνη γι’ αυτό φέρει η τότε Ηγεσία της ΠΑ. Όμως, οι πρωταίτιοι αυτών των εξελίξεων, που δεν έδωσαν την εντολή για την απογείωση των οκτώ (8) Βομβαρδιστικών ΡΗΑΝΤΟΜ για το προγεφύρωμα του Αττίλα Ι, ουδέποτε μέχρι σήμερον κλήθηκαν σε απολογία ούτε κατηγορήθηκαν ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο διώχθηκαν. Αντιθέτως, και ο τίτλος του Επιτίμου Α/ΓΕΑ τους απενεμήθη και υψηλόβαθμες κυβερνητικές θέσεις κατέλαβαν αμφότεροι και άλλων Τιμών έτυχαν επιδαψίλευσης. Αυτό, δεν μοιάζει να είναι περίεργο ότι συνέβη σε ένα ευνομούμενο κράτος;
Οι επιζώντες σήμερον από τα πληρώματα ΡΗΑΝΤΟΜ πιλότοι και τεχνικοί, και όλοι οι Έλληνες, επί χρόνια τώρα, αγωνιωδώς επιζητούμε να μάθουμε από τους ιστορικούς ερευνητές και από τον Καθηγητή κ. Ευάνθη Χατζηβασιλείου, την ιστορική αλήθεια, των σκοτεινών εκείνων πτυχών της εισβολής, στην Κύπρο, και όχι τις, ανακριβείς μάλιστα, τεχνικές λεπτομέρειες περί διεξαγωγής των αεροπορικών επιχειρήσεων, οι οποίες ούτε τους Έλληνες πολίτες ενδιαφέρουν, αλλά και στους έχοντες ειδικές γνώσεις περιττεύουν.
Πληροφορώ, λοιπόν, κ. Διευθυντά, το αναγνωστικό σας κοινό, μετά λόγου γνώσεως, ότι: πρώτον, εάν η επιχείρηση κατά του προγεφυρώματος είχε πραγματοποιηθεί στις 22/7/1974, για την οποία είχε διαταχθεί η μεταστάθμευση των οκτώ (8) Δ/Β ΡΗΑΝΤΟΜ στην Κρήτη οι επ’ αυτού εγκατεστημένες εχθρικές Δυνάμεις θα είχαν σίγουρα εξουδετερωθεί – και αποδεκατιστεί σε μεγάλο βαθμό – από την επέμβαση των ΡΗΑΝΤΟΜ, με τα ειδικά όπλα ROCKEYE, και δεύτερον, ο Αττίλας ΙΙ που εκδηλώθηκε 25 ημέρες αργότερα (από 14 έως 16/8/1974), πιθανότατα δεν θα επιχειρείτο καν – με αποδεκατισμένες δυνάμεις – ή θα ηττάτο στο πεδίο της μάχης, και η Κύπρος, η οποία τελεί υπό κατοχή 46 χρόνια τώρα, πιθανότατα θα ήταν σήμερα ΕΛΕΥΘΕΡΗ.
Θέλω, επίσης, εξ αρχής να βεβαιώσω, τον κ. Καθηγητή και κάθε ενδιαφερόμενο, ότι η κατατιθέμενη σήμερον μαρτυρία μου βασίζεται απολύτως σε πραγματικά στοιχεία των εξελίξεων της εισβολής, καθόσον, πρώτον, εβίωσα τα γεγονότα της εισβολής εκ των έσω, τόσον ως χειριστής της Μοίρας ΡΗΑΝΤΟΜ, όσον και ως άμεσα εμπλεκόμενος στον επιχειρησιακό σχεδιασμό της αποστολής και δεύτερον, διότι υπήρξα ο τότε Αρχηγός της μιας εκ των δύο 4άδων α/φών Βομβαρδισμού ΡΗΑΝΤΟΜ – εξοπλισμένα με διασπειρόμενα βομβίδια ROCKEYE, από τα πλέον αποτελεσματικά όπλα της εποχής, ικανά να καταστρέψουν τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού μάχης και ΤΑΝΚS – που διετάχθη από την τότε Ηγεσία της ΠΑ, να μετασταθμεύσει στην Κρήτη και προετοιμασθεί τάχιστα, για να εξουδετερωθεί το προγεφύρωμα, του Αττίλα Ι, στην Κύπρο. (της άλλης 4άδος Βομβαρδισμού ΡΗΑΝΤΟΜ ηγείτο ο πρόσφατα εκλιπών, εξαίρετος Αεροπόρος και γενναίος μαχητής Πτέραρχος (Ι) ε.α. Στέφανος Γ. Σκρέκας).
Σημειώνω ακόμη ότι η εντολή της Ηγεσίας της ΠΑ στις 22 Ιουλίου 1974, για μεταστάθμευση και ετοιμότητα ανάληψης πολεμικών αποστολών από την Κρήτη, των δύο (2) 4άδων ΡΗΑΝΤΟΜ Βομβαρδισμού και του ζεύγους ΡΗΑΝΤΟΜ Αναχαιτίσεως, εξετελέσθη αμέσως από την Μοίρα ΡΗΑΝΤΟΜ, χωρίς δηλ. να αναφερθεί κανένα απολύτως πρόβλημα. Το γεγονός αυτό αποτελεί απτή απόδειξη και βεβαιώνει κάθε αμφιβάλλοντα, ότι η επιχείρηση κατά του προγεφυρώματος, του Αττίλα Ι, μπορούσε να γίνει και μάλιστα με προοπτική απόλυτης επιτυχίας, μετά και την απόκτηση των ειδικών βομβών ROCKEYE, όπως ήδη αναφέραμε.
Το ίδιο βεβαίως ισχύει και για όσους επικαλούνται, οψίμως βέβαια ή αμφιβάλλουν εάν τα πληρώματα των ΡΗΑΝΤΟΜ ήταν ετοιμοπόλεμα. Αυτούς, τους πληροφορώ επίσης ότι όλοι οι χειριστές, δηλ. όλα τα πληρώματα των ΡΗΑΝΤΟΜ, είχαμε καταστεί πλήρως ετοιμοπόλεμοι στις ΗΠΑ, με το πάντοτε αυστηρό και λίαν απαιτητικό πολεμικό πρόγραμμα της USAF.
Σπεύδω και πάλι στο σημείο αυτό να πληροφορήσω τον κ. Καθηγητή και το αναγνωστικό σας κοινό, ότι η επιχείρηση αυτή, κατά του προγεφυρώματος, δεν υλοποιήθηκε στις 22 Ιουλίου 1974, όπως είχε προετοιμασθεί, εξ υπαιτιότητος και μόνο της τότε Ηγεσίας της ΠΑ – ή των τυχόν κρυπτομένων πίσω από αυτούς, που όμως, αν υπήρχαν, δεν τους έχουν κατονομάσει – η οποία Ηγεσία ουδέποτε έδωσε την εντολή απογειώσεως, ως αναμενόταν, στις δύο (2) 4άδες Βομβαρδιστικών PHANTOM, οι οποίες ήταν πανέτοιμες στον διάδρομο απογειώσεως του Ηρακλείου, της Κρήτης.
Στο άρθρο του, ο κ. Καθηγητής, υποδυόμενος τον επαΐοντα περί την “διεξαγωγή των αεροπορικών επιχειρήσεων” και κρίνοντας αυτήν υπό το πρίσμα των δεδομένων του Αττίλα ΙΙ, αλλά και αρκετών ευδιάκριτα υποκειμενικών κριτηρίων σκοπιμότητος, καταλήγει στον έωλο ισχυρισμό ότι υπήρχε, δήθεν, “αδυναμία δράσεως των ελληνικών α/φών ΡΗΑΝΤΟΜ κατά την εισβολή στην Κύπρο.” Όμως, τούτο σίγουρα δεν ισχύει και αυτή η γενίκευση, του κ. Καθηγητού, οδηγεί σε εσφαλμένα, πολιτικά τουλάχιστον, συμπεράσματα τους πολίτες, αλλά και τους ΜΗ επαΐοντες – εμπεριστατωμένη επιστολή/ένσταση για τον ισχυρισμό του κ. Καθηγητού, απηύθυνε ο εξαίρετος επιχειρησιακός, Συνάδελφος Πτέραρχος (Ι) ε.α. Γεώργιος Σκαρλάτος, εμπειρότατο μέλος της 4άδος Βομβαρδισμού ΡΗΑΝΤΟΜ, που δημοσιεύθηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 20ης Μαρτίου 2020, αλλά εις μάτην, κρίνοντας από την απάντηση του κ. Καθηγητού.
Καταθέτω δε προς τούτοις, μετά λόγου γνώσεως, ότι οι ανάγκες των αεροπορικών επιχειρήσεων στον Αττίλα ΙΙ, όπως αυτός έδρασε με όλες του τις Δυνάμεις του προγεφυρώματος, θα ήταν βεβαίως δύσκολες, για εμάς, και ουχί αρκούντως αποτελεσματικές, έναντι εκείνων που αντικειμενικά θα χρειάζονταν, για την εξουδετέρωση των Δυνάμεων του προγεφυρώματος, στον Αττίλα Ι – οι αεροπορικές επιχειρήσεις, τύπου Αττίλα ΙΙ, που διεξάγονται στο πεδίο της Μάχης, όπου μάχονται οι επίγειες Δυνάμεις, και ονομάζονται “Εγγύς Αεροπορικής Υποστηρίξεως”, έχουν διαφορετικές απαιτήσεις από τις αντίστοιχες επιχειρήσεις τύπου Αττίλα Ι, δηλ. εναντίον του προγεφυρώματος που ονομάζονται “Απομονώσεως του Πεδίου της Μάχης”, όπου το ΡΗΑΝΤΟΜ υπερτερεί, όντας μάλιστα από τους καταλληλότερους προς τούτο τύπους α/φών,
Συγκεκριμένα, για το προγεφύρωμα του Αττίλα Ι, η Δύναμη των οκτώ (8) Βομβαρδιστικών ΡΗΑΝΤΟΜ, με τα ειδικά όπλα ROCKEYE που διέθεταν, και πραγματικό αναγκαίο χρόνο παραμονής άνωθεν στόχου μόνο 3’- 5’ λεπτά, ήταν επαρκής και ικανή Δύναμη να εξουδετερώσει πλήρως τις τουρκικές αποβατικές Δυνάμεις. Επίσης, η κάλυψη και προστασία των α/φών κατά την διαδρομή των προς τον στόχο, ήταν επίσης επαρκής και θα παρείχετο από ζεύγος ΡΗΑΝΤΟΜ Αναχαιτίσεως της Κρήτης, που προβλεπόταν στην Σχεδίαση της επιχείρησης “ΠΡΟΓΕΦΥΡΩΜΑ”, την 22α Ιουλίου 1974. Τούθ’ όπερ, ο ισχυρισμός του κ. Καθηγητού “περί αδυναμίας δράσεως των ΡΗΑΝΤΟΜ κατά την εισβολή”, γενικώς και αορίστως, είναι εντελώς αβάσιμος και αυθαίρετος, διοχετευόμενος δε ως πληροφορία στους πολίτες λειτουργεί ως καθοδηγητής μαζών, όπως επιχειρείται ευρέως τελευταία με τα fake news.
Περαιτέρω και σε ρητορικό ερώτημα, για το ενδεχόμενο καταλογισμού πολιτικών ευθυνών σε επίπεδο Ηγεσιών, ασφαλώς και δεν έχουν την ίδια ευθύνη οι εκατέρωθεν υπεύθυνοι Κυβερνητικοί παράγοντες, είτε χρησιμοποίησαν τα ΡΗΑΝΤΟΜ στον Αττίλα Ι ή τον Αττίλα ΙΙ, είτε όχι. Τούτο δε καθόσον το ζητούμενο εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και κυρίως, στην κρινόμενη εισβολή στην Κύπρο το 1974, ειδικά από το προσδοκώμενο και πραγματοποιούμενο επιχειρησιακό αποτέλεσμα. Στην πρώτη περίπτωση του Αττίλα Ι, δηλ. στην προσβολή του προγεφυρώματος, το επιχειρησιακό αποτέλεσμα θα ήταν σίγουρα συντριπτικό, για τον εχθρό, ενώ στην δεύτερη περίπτωση του Αττίλα ΙΙ, υπό συνθήκες μάλιστα, με ΜΗ εξουδετερωμένες τις Δυνάμεις του προγεφυρώματος του Αττίλα Ι, το αποτέλεσμα εκτιμάται, εν πολλοίς, ως αμφιλεγόμενο. Συνεπώς, εξίσωση των εκατέρωθεν πολιτικών ευθυνών αντικειμενικά δεν υπάρχει.
Άλλες, συνεπώς, είναι οι συντριπτικές πράγματι ευθύνες εκείνων των υπευθύνων της ΜΗ εξουδετέρωσης του προγεφυρώματος του Αττίλα Ι και πολύ διαφορετικές έως ανύπαρκτες, κατά την γνώμη μου, στην περίπτωση εκείνων των υπευθύνων του Αττίλα ΙΙ. Όπως δε αβίαστα τεκμαίρεται, από τα μέχρι τούδε αναφερθέντα, αλλά και τα συμπληρωματικώς παρατιθέμενα στην συνέχεια στοιχεία, υπεύθυνοι – της “ΜΗ χρησιμοποιήσεως των ΡΗΑΝΤΟΜ στην Φάση του Αττίλα Ι, και συγκεκριμένα τα πλήρως προετοιμασμένα, κατόπιν εντολής της ίδιας Ηγεσίας για την εξουδετέρωση των αποβατικών Δυνάμεων του προγεφυρώματος” – είναι οι αποτελούντες την τότε Ηγεσία της ΠΑ, οι οποίοι δεν έδωσαν την εντολή απογειώσεως στα αναμένοντα πλήρως ετοιμοπόλεμα πληρώματα και τα οκτώ (8) α/φη Βομβαρδισμού ΡΗΑΝΤΟΜ, της Κρήτης.
Έκτοτε, από της εισβολής και μέχρι το 2000, οι ανωτέρω πρωταίτιοι, για τους αεροπόρους τουλάχιστον, πρόβαλαν ως δικαιολογία ότι δεν τους άφησαν κάποιοι ανώτεροι(;) ίσως…, χωρίς όμως να κατονομάζουν ποιοι ήταν εκείνοι που δεν τους άφησαν ή τους παραπλάνησαν. Πολύ αργότερα όμως, το 2000, μετά το τέλος των εργασιών της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για το “άνοιγμα του Φακέλου της Κύπρου”, που διήρκεσαν δύο έτη (1986-1988) – και όπου οι μόνοι που δεν εκλήθησαν να καταθέσουν, ίσως καθ’ υπόδειξη της Ηγεσίας της ΠΑ ή κάποιων που δεν ήθελαν να ακουστούν όλες οι αλήθειες ήταν οι δύο (2) Αρχηγοί των βομβαρδιστικών Σχηματισμών ΡΗΑΝΤΟΜ – η ίδια Ηγεσία ισχυρίσθηκε δια του Τύπου, ψευδώς και ανέντιμα, ότι δήθεν τα πληρώματα της Μοίρας ΡΗΑΝΤΟΜ ΔΕΝ ήταν ετοιμοπόλεμα (!) και γι’ αυτό δεν τους έδωσαν την διαταγή απογειώσεως, για να προσβάλουν το προγεφύρωμα του Αττίλα Ι. Οποίον, όμως, θράσος (!) Τότε, για ποιο λόγο μας έστειλαν, στις 22 Ιουλίου 1974, στην Κρήτη; Για τουρισμό, μήπως;
Αυτό το γεγονός το επισημαίνω ιδιαίτερα, διότι διακρίνεται μία τάση, που αναδύεται μέσα από το άρθρο του κ. Καθηγητού για την δημιουργία ενός κατ’ επίφαση “βάθρου” συμψηφισμού ή και “ασυλίας” μεταξύ των δύο περιπτώσεων, και μιας “επιβαλλομένης εξ ανάγκης” ιστορικής δικαίωσης των εκατέρωθεν πράξεων ή παραλείψεων.
Καταθέτω επίσης και το εξής σημαντικό προς συνεκτίμηση με τα προηγούμενα, για όσους βεβαίως, πραγματικά, ενδιαφέρονται για την αλήθεια. Το εσπέρας της προτεραίας της εισβολής, ήτοι το εσπέρας της 19ης Ιουλίου 1974, ο Διευθυντής του Κέντρου Επιχειρήσεων του ΓΕΑ, ενημερώνοντας την Ηγεσία της ΠΑ ότι η τουρκική αρμάδα απέπλευσε για Κύπρο, έλαβε την απάντηση να μην ανησυχεί διότι “όλα είναι υπό έλεγχο”, όπως είπε. Ενώ ο έτερος της Ηγεσίας, ως Αρχηγός ΑΤΑ, περιήλθε πολεμικές Μονάδες και επανέλαβε στους χειριστές να μην ανησυχούν διότι “οι κινήσεις της Τουρκίας, είναι περίπου κινήσεις “επιτραπέζιου” παιγνίου στρατηγικής” (!) Διερωτώμεθα, λοιπόν, πόθεν η τότε Ηγεσία της ΠΑ αντλούσε την αισιοδοξία της και τις πληροφορίες της, λέγοντάς μας να μην ανησυχούμε διότι “όλα είναι υπό έλεγχο” (!) Και γιατί η ίδια Ηγεσία στην σχετική έκθεσή της προς τον Πρωθυπουργό της Χώρας, τον Σεπτέμβριο 1974, έγραφε ότι η απόβαση στην Κύπρο, το πρωί της 20ης Ιουλίου 1974 “έπεσε σαν βόμβα στην Αθήνα”; Μήπως είχε παραπλανηθεί από κάποιους; Και ποιοι είναι αυτοί; Γιατί δεν τους κατονομάζει; Ούτε η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής τους απεκάλυψε; Εάν τους έμαθε, γιατί δεν τους αποκαλύπτει στον Ελληνικό Λαό; Ιδού, λοιπόν, πεδίον δόξης λαμπρό για Ιστορικούς Ερευνητές και τον κ. Καθηγητή, ώστε να πληροφορηθεί ο Ελληνικός Λαός, επιτέλους, και οι επιγενόμενες γενεές επίσης, την “ιστορική αλήθεια”, σε ότι αφορά στην εισβολή στην Κύπρο το 1974.
Περαίνοντας, συνοψίζω ότι:
1ον. Επιχειρησιακή δυνατότητα εκτέλεσης της αποστολής από πλευράς α/φών ΡΗΑΝΤΟΜ και πληρωμάτων, αντικειμενικά και αναμφίβολα, υπήρχε και στις δύο φάσεις της εισβολής, του Αττίλα Ι και Αττίλα ΙΙ.
2ον. Ως προς την αποτελεσματικότητα θα πρέπει να διακρίνουμε, ότι στην περίπτωση του Αττίλα Ι η εκτέλεση της αποστολής θα ήταν επαρκής και πλήρως επιτυχής και κατά τούτο σκόπιμη, αναγκαία και επιβεβλημένη, και ως εκ τούτου με εξαιρετικά μεγάλη πιθανότητα να είχε αποτρέψει να επισυμβεί ο Αττίλας ΙΙ.
3ον. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση του Αττίλα Ι υπάρχουν σοβαρότατες ευθύνες για την μη εκτέλεση της Αποστολής κατά του προγεφυρώματος , οι οποίες όμως ποτέ δεν αναζητήθηκαν και δεν αποδόθηκαν, ενώ για τον Αττίλα ΙΙ δεν φαίνεται ότι θα μπορούσε να στοιχειοθετηθούν αντίστοιχες ευθύνες.
Ευχαριστώ για την Φιλοξενία ”