Επειδή στα μάτια του κόσμου η πολεμική αεροπορία είναι μόνο αναχαιτίσεις, πτήση αεροσκαφών τζετ, νέας γενιάς σε ασκήσεις, επιδείξεις, παρελάσεις, κλπ, θα αναφερθώ σε δύο περιστατικά από την σύντομη αλλά έντονη παραμονή στην Π.Α. Σύντομη εξ αιτίας λόγων υγείας πού αρκετοί φίλοι και συνάδελφοι συναγωνιστές γνωρίζουν. Θα μπορούσα να γράψω πολλά από την πενταετή υπηρεσία μου στην 348 ΜΤΑ όπου συνυπηρέτησα από το 1980 έως το 1985, με αγαπημένους φίλους και έχω ζήσει μαζί τους υπέροχες στιγμές που θα μου μείνουν αξέχαστες τις οποίες αφήνω για το μέλλον. Επέλεξα όμως να αναφερθώ σε δύο ιδιαίτερο περιστατικά από την περίοδο που πετούσα τα θρυλικά αεροσκάφη Ντακότα στο 355/1 Σμήνος από το Σέδες της Θεσσαλονίκης. Πολλοί θα νομίζουν ότι οι πτήσεις με ελικοφόρα Ντακότα είναι μια εύκολη υπόθεση. Χωρίς κινδύνους, ασφαλείς που δεν απαιτούνται ιδιαίτερες δεξιότητες. Ίσως μάλιστα κάποιοι θα νομίζουν ότι αεροπλάνα 50 ετών, πολύ παλιάς τεχνολογίας θα έπρεπε να αποσυρθούν εδώ και δεκαετίες. Ας πάνε να ρωτήσουν τα πληρώματα και τους τεχνικούς των readiness από τα νησιά αλλά και όλους αυτούς που περίμεναν με αγωνία τα τακτικά δρομολόγια που τους μετέφεραν απ τα νησιά στην ηπειρωτική Ελλάδα. Για να μην αναφερθώ σε όσους συμμετείχαν στις αποστολές ‘’Βύρων’’!!!
Ήταν προς τα τέλη Νοεμβρίου, 1987 ή 1988. Ήμουν πλήρωμα Α/Ν κυβερνήτης του Ντακότα. Δεν θυμάμαι το υπόλοιπο πλήρωμα. Συγκυβερνήτης ίσως ήταν ο Ρηγάκος, μηχανικός ο ‘’γιατρός’’ και ναυτίλος ο σχωρεμένος ο Καλβάκης. Έμενα στην διασπορά. Μόλις είχα φάει για μεσημέρι. Έπεσα για ύπνο. Ο καιρός ήταν χάλια. Χτύπησε το υπηρεσιακό τηλέφωνο. Ήταν από το COC της 113ΠΜ. Ο αξιωματικός υπηρεσίας μου είπε ότι βγήκε μια αποστολή επείγουσας μεταφοράς ασθενούς από την Αλεξανδρούπολη στην Θεσσαλονίκη. Από το ΚΣΕΔ ή το ΚΣΕΑ αν θυμάμαι καλά (πέρασαν και 35 χρόνια, είναι κι αυτή η άτιμη η άνοια), μας ανέφεραν ότι επρόκειτο για ένα αγοράκι 11-12 ετών που έπεσε από μια σκάλα και είχε πάθει σοβαρότατο κρανιοεγκεφαλικό τραυματισμό. Επειδή εκείνη την εποχή δεν υπήρχε νευροχειρουργός στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης έπρεπε να μεταφερθεί επειγόντως σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Από τότε είχε ξεκινήσει το ξεχαρβάλωμα των νοσοκομείων της περιφέρειας. Για κάποιον λόγο, δεν μπορούσε ή δεν υπήρχε διαθέσιμο C130 ή άλλο πτητικό μέσο, ελικόπτερο οπότε ο κλήρος έπεσε στο θρυλικό Ντακότα. Και φυσικά άφησαν σε μένα να αποφασίσω .’’Κύριε Τσιπίδη είναι αποκλειστικά στην κρίση σας αν θα αποφασίστε να απογειωθείτε. Ο καιρός είναι άστατος, με βροχές, αναταράξεις στην διαδρομή, περιορισμένη ορατότητα και νέφη μέχρι τα 500 ‘’ποδάρια’’ όπως έλεγε ο εκπαιδευτής μας ο Μπαρμπαγιάννης. Ο ‘’Βλάχος’’ για όσους ξέρουν. Καταπληκτικός άνθρωπος και ικανότατος αεροπόρος. Πού τον θυμήθηκα τώρα, καλή του ώρα. Κανένας δεν θα με παρεξηγούσε αν έλεγα όχι!!
Λίγο ο ποντιακός εγωισμός, λίγο η εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, στο αεροπλάνο αλλά και στο υπόλοιπο πλήρωμα, λίγο η εμπειρία που απέκτησα πετώντας CPM σε όλο το βόρειο Αιγαίο με τα RF 84F ,αλλά κυρίως η επιθυμία μου να κάνω τα πάντα ώστε να σωθεί το παιδάκι, απάντησα θετικά και είπα να ετοιμάσουν το αεροπλάνο. Σε λιγότερο από δεκαπέντε με είκοσι λεπτά απογειώθηκα από τον σιδερένια με PSP διάδρομο του Σέδες με ανατολική πορεία. Πάντα VFR στριμωγμένος λίγο, πέρασα πάνω από την Γαλάτιστα και βγήκα Πάνω από την Νικήτη της Σιθωνίας. Μονίμως πετώντας στα 500 πόδια στην με σκοπό να φτάσω στον Αράπη. Ένα ακρωτήρι, σημείο στροφής των CPM πίσω απ την Ουρανούπολη. Από εκεί ,παραλία παπαλία, Costa costa, για τους αγγλομαθείς του ΣΕΑΓ και συνεχίζοντας να πετάω 500 πόδια και πολύ χαμηλότερα αν χρειαζόταν, έχοντας πάντα την παραλία στα αριστερά μου ώστε να μη χάσω της στεριά, με ανατολική πάντα πορεία κρατώντας και τον χρόνο, κάποια στιγμή θα έπεφτα πάνω στο αεροδρόμιο της Αλεξανδρούπολής. Η βροχή έπεφτε ‘’ράι θρου’’ όπως έλεγε ο Ζαμπέτας αλλά ευτυχώς οι υαλοκαθαριστήρες δούλευαν ρολόι/Λίρα 100 για αεροπλάνο 60 ετών ,και βάλε!!Παίζει βέβαια να χρειάστηκε να κατέβηκα στα 50 ποδάρια γιατί τα σύννεφα σε μερικά σημεία κόντευαν να αγγίξουν την θάλασσα. Μετά κόπων και βασάνων φτάσαμε και προσγειωθήκαμε στην Αλεξανδρούπολη. Η πίστα ήταν μπροστά στον πύργο ελέγχου. Ένα νοσοκομειακό όχημα μας περίμενε με αναμμένο τον φάρο. Ψιλόβρεχε. Δεν σβήσαμε. Κατέβηκε ο ‘’γιατρός’’ και φρόντισε να ανέβουν με προσοχή, το παιδάκι, ο πατέρας του και ο συνοδός γιατρός. Ένας νεαρός που έκανε το αγροτικό του εκεί πάνω σε ένα χωριό, στο Σουφλί. Στην ‘’πινέζα’’ που λένε. Καβήλη αν θυμάμαι καλά. Απογειωθήκαμε παίρνοντας την ακριβώς αντίθετη πορεία, στο ίδιο ύψος ,πάντα σε επαφή με το Τόπσι, με λίγο μεγαλύτερη ταχύτητα έχοντας την αγωνία να φτάσουμε γρηγορότερα. Ο συγκυβερνήτης είχε λίγο μεγαλύτερο ζόρι μιας και είχε την ευθύνη να μη χάσει την στεριά. Ο Γιώργης ο Καλβάκης μου έκανε ένα φραπέ. Αχτύπητο. Κάπνιζα τότε. Κάνα πακέτο Pall Mal μπλε ίσως το τελείωσα. Ο γιατρός ήρθε μπροστά και μας είπε ότι εντυπωσιάστηκε από τον χρόνο αντίδρασης. Συνολικά, από την στιγμή που ενημέρωσε την Αθήνα μέχρι την ώρα που πήραμε το παιδί ,δεν πέρασε ούτε μιάμιση ώρα, μας είπε. Και ήταν πολύ σημαντικό η επέμβαση να γίνει γρήγορα.
Είχε σχεδόν σκοτεινιάσει όταν προσγειωθήκαμε στο Σέδες. Έβαλα τα δυνατά μου, που λένε, να γλύψω στην προσγείωση ώστε να μην ενοχληθεί το παιδί. Ελευθέρωσα τον διάδρομο στην πρώτη διασταύρωση και όσο πιο γρήγορα μπορούσα έσβησα στην πίστα μπροστά στο υπόστεγο του 355/1. Ένα νοσοκομειακό όχημα του ‘’Παπανικολάου’’ συνοδεία ενός περιπολικού, πήραν το παιδί και έφυγαν.
Πέρασε κάνας μήνας. Ήμασταν στο Briefing και παίζαμε τάβλι. Ο καιρός χειμώνιασε και ήταν κατάλληλος μόνο για βίδο καραβίδο. Πήραν από την πύλη στην καντίνα και με ζητούσαν. Ήταν ένας κύριος και ήθελε τον κ.Τσιπίδη, με είπε ο καντινιέρης. Τα μέτρα ασφαλείας του Σέδες, εκείνη την εποχή δεν ήταν και τα πιο αυστηρά, άλλωστε δεν υπήρχε και κάνα φοβερό όπλο ή αεροπλάνο πλην τριών Ντακότα, οπότε τους είπα να τον αφήσουν να περάσει μέχρι το υπόστεγο του 355/1. Ήταν ο πατέρας του παιδιού απ το Σουφλί. Μόλις με είδε με αγκάλιασε και με δάκρυα στα μάτια με είπε,’’σ ευχαριστώ πολύ που έσωσες το αγόρι μου. Ξέρω εγώ. Μου τα είπε ο αγροτικός γιατρός. Άν δεν ήσασταν εσείς που φέρατε γρήγορα το παιδί μου να χειρουργηθεί, δεν θα ζούσε σήμερα’’!!Έβγαλε και έναν φάκελο γεμάτο πεντοχίλιαρα, να μου τον δώσει. ’’Τι είναι αυτά πατριώτ’’, τον ρώτησα. ’’Ακου λεβέντη, εγώ ξέρω τι κάνω. Οι γιατροί που το χειρούργησαν, πήραν ‘’φάκελα’’ με δεκαπλάσια, μη σε πω και πολύ περισσότερα, λεφτά. Εσένα, χρωστάω πιο πολλά’’! ‘’Κατ αρχήν, δε με χρωστάς εμένα, τίποτα’’, του λέω. ’’Τι δουλειά κάνεις’’, ρωτάω; Σκόρδα. Καλλιεργώ καμιά διακόσια στρέμματα σκόρδα’’ απαντά. ’’Κοίτα’’, τον λέω. Πάρε πίσω τον φάκελο, τράβα στο χωριό σου και την επόμενη φορά που θα έρθεις, να φέρεις μερικές πλεξούδες σκόρδα, να κρεμάσουμε και μέσα στο Ντακότα, για να μη μας πιάνει και το μάτι’’!!!!!!!!!!!!!!
Πέρασαν κάμποσα χρόνια. Ήταν καλοκαίρι του ’92, θαρρώ. Αν και δεν είχαμε αρχινήσει να ασχολούμαστε με την κλιματική αλλαγή, έκαμνε πολύ ζέστα! Ναι, ζέστα! Ως γνωστόν, στην Β. Ελλάδα, λόγω Σερραίων, κάνει ζέστα κι όχι ζέστη. Θα έφταιγε μάλλον ότι τότες, πίναμε τον φραπέ μας με πλαστικά καλαμάκια. Είχα φύγει από το 355/1 και είχα αναλάβει διοικητής της ΜΕΥ στην 113ΠΜ. Πετούσα όμως ακόμα με τις Ντακότες ως προσκολλημένος!! Επέστρεφα με την γυναίκα μου από μια έξοδο νυχτερινής οινοποσίας. Συνήθως εδώ στην ανατολική Θεσσαλονίκη, αναζητούμε μια νότα δροσιάς στα ουζερί, εκεί στις παραλίες της Περαίας, του Μπαχτσέ ή στα ορεινά του Χορτιάτη. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα. Μπαίνοντας από την πύλη του Σέδες, είδα πολλά φώτα και κίνηση στην πίστα, μπροστά στο υπόστεγο του 355/1.Τέσσερα πέντε ασθενοφόρα κι άλλα τόσα περιπολικά της αστυνομίας μαζί με μοτοσυκλέτες, με αναμμένους τους φάρους, περίμεναν σε σχηματισμό. Ήταν και δυο τρία τηλεοπτικά συνεργεία εκεί με κάποιους δημοσιογράφους. Μια Ντακότα τροχοδρομούσε, ανεβαίνοντας από τον τροχόδρομο, ανατολικά του πύργου ελέγχου του Σέδες. Από περιέργεια κυρίως, κατέβηκα να δω τι συμβαίνει. Θυμήθηκα ότι ,νωρίς το πρωί, είχε απογειωθεί μια Ντακότα, με κυβερνήτη τον Στάθη τον Μηνασίδη για το Ελληνικό. Τότε, το Ελληνικό ήταν ακόμα αεροδρόμιο. Κανονικό. Ήταν και το ΚΕΑ εκεί. Κι αυτό κανονικό εργοστάσιο αεροσκαφών ήταν. Θυμάμαι ‘ότι πηγαίναμε εκεί τα αεροπλάνα για επιθεωρήσεις IRAN. Υπήρχαν κάτι τσακάλια μηχανικοί, που έλυναν τα σκάφη, φύλλο και φτερό κυριολεκτικά και τα παίρναμε έτοιμα για πτήσεις για πολύ καιρό ακόμα.
Συμπτωματικά, η Ντακότα του Στάθη, ήταν το 622,ένα αεροπλάνο που το πέταξα εγώ δοκιμή ύστερα από παρόμοια επιθεώρηση. Για όσους δεν το ξέρουν, το 622 συμμετείχε στις αποστολές στον πόλεμο της Κορέας. Ακούω ότι σήμερα, προσπαθούν να το επαναφέρουν σε πτήσιμη κατάσταση. Μακάρι. Τελικά, το αεροπλάνο μετέφερε από την Αθήνα, διάφορα ζωτικά ανθρώπινα όργανα από έναν νεαρό που έμεινε κλινικά νεκρός ύστερα από αυτοκινητιστικό ατύχημα και οι γονείς του αποφάσισαν να τα δώσουν σε συμβατούς δέκτες που τα είχαν ανάγκη. Μιας και ο δικός τους άνθρωπος δεν είχε ελπίδες να ζήσει, έδωσαν ζωή σε άλλους συνανθρώπους τους. Τυχεροί όσοι ήταν συμβατοί. Όμως η διαδικασία της αφαίρεσης των οργάνων με παράλληλες εγχειρήσεις, ήταν πολύπλοκη, χρονοβόρα, ήθελε συγχρονισμό και φυσικά, ταχύτατη μεταφορά σε ειδικά ψυγεία. Ο Στάθης ο Μηνασίδης μαζί με το υπόλοιπο πλήρωμα, περίμεναν στην πίστα του ανατολικού αερολιμένα του Ελληνικού, μπροστά από το υπόστεγο του ΚΕΑ, δίπλα στο αεροπλάνο. Απ το πρωί μέχρι τα μεσάνυχτα. Αν δεν έχετε υπηρετήσει στην Πολεμική Αεροπορία, και μάλιστα σε πίστα αεροσκαφών ή σε μεταλλικά υπόστεγα δεν μπορείτε να φανταστείτε τι σημαίνει ‘’ΖΕΣΤΑ’’!!!Αν έχει 35 βαθμούς υπό σκιάν, βάλτε εσείς άλλους 10!!!Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι, ύστερα από 18 ώρες αναμονής, απογειώθηκαν, νύχτα, με ένα αεροπλάνο που πολέμησε στην Κορέα και ύστερα από μιας ώρας πτήση, έφτασαν στη Θεσσαλονίκη με τα ανθρώπινα όργανα ασφαλή και έτοιμα να δώσουν ζωή! Αφού έσβησε η Ντακότα, κινήθηκαν όλα τα οχήματα προς το μέρος της και πήραν το κάθε ασθενοφόρο από ένα ψυγείο, στο νοσοκομείο που περίμεναν οι λήπτες. Άλλο για το Παπανικολάου, άλλο για το ΑΧΕΠΑ άλλο για το Ιπποκράτειο. Μέσα σε ένα λεπτό, αφού έφυγαν όλοι, έσβησαν τα φώτα και η πίστα σκοτείνιασε. Έφυγε και το πλήρωμα. Τελευταίος και καταϊδρωμένος ο Στάθης ο Μηνασίδης!! Σαν τώρα τον θυμάμαι, καβάλησε το παπί που είχε κάτω από μια βερικοκιά μπροστά από την καντίνα, με κατακόκκινα μάτια και τα μαλλιά κάγκελο, έφυγε για το σπίτι. Την άλλη μέρα, όλα τα κανάλια, παρουσίασαν τα ιατρικά τιμ και εκθείαζαν το έργο των ιατρών που κατάφεραν να δώσουν ζωή σε τόσους ασθενείς. Ο Στάθης ο Μηνασίδης, ο ‘’μεταφορέας’’, ούτε καν αναφέρθηκε ή φάνηκε στις εικόνες!!!
Επγος (Ι) ε.α.
Δημήτρης Τσιπίδης